Decorrere στα ελληνικά

Μετάφραση: decorrere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήγω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
Decorrere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • decoro στα ελληνικά - αξιοπρέπεια, τιμώ, ευπρέπεια, ευπρέπειας, ευπρέπειά, την ευπρέπεια, decorum
  • decoroso στα ελληνικά - καθωσπρέπει, ευπρεπής, πρέπων, σωστός, έντιμος, ευπρεπή, εντυπωσιακές, ...
  • decorso στα ελληνικά - πλεύση, πιάτο, τρέχω, πορεία, φυσικά, βέβαια, βεβαίως, ...
  • decretare στα ελληνικά - ορίζω, προβλέπω, θέσπισμα, θεσπίζω, διατάσσω, διάταγμα, χειροτονώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Decorrere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήγω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει