Deliquio στα ελληνικά
Μετάφραση: deliquio, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιποθυμώ, αμυδρός, λιποθυμία, Λιποθυμώ, λιποθυμούν, Swoon, λιποθυμώ για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- delinquente στα ελληνικά - εγκληματίας, ένοχος, παραβάτης, παραβατική, παραβατικής, παραβατικές, της παραβατικής
- delinquenziale στα ελληνικά - εγκληματίας, παραβατική, παραβατικής, παραβατικές, της παραβατικής
- delirare στα ελληνικά - διθυραμβικός, ενθουσιώδης, rave, διθυραμβικές, ρέιβ, rave τις, πολύ καλές
- delitto στα ελληνικά - έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, εγκληματικότητα
Τυχαίες λέξεις
Deliquio στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιποθυμώ, αμυδρός, λιποθυμία, Λιποθυμώ, λιποθυμούν, Swoon, λιποθυμώ για
Μεταφράσεις: λιποθυμώ, αμυδρός, λιποθυμία, Λιποθυμώ, λιποθυμούν, Swoon, λιποθυμώ για