Diligente στα ελληνικά

Μετάφραση: diligente, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργατικός, απασχολημένος, ενδελεχής, επιμελής, επιμελή, επιμελούς, επιμελείς, επιμέλεια
Diligente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dilettevole στα ελληνικά - μαγευτικός, σαγηνευτικός, αστείος, περίεργος, κωμικός, ευχάριστο, απολαυστικό, ...
  • diletto στα ελληνικά - ευχαρίστηση, αρέσκεια, χαρά, εντρυφώ, ευφροσύνη, αγαπητός, ηδονή, ...
  • diligenza στα ελληνικά - χρήση, επιμέλεια, προσήλωση, εφαρμογή, αίτηση, φιλοτεχνία, επιμέλειας, ...
  • diluviare στα ελληνικά - βάζω, χιμώ, ρίχνω, χύστε, ρίχνουμε, ρίχνετε, χύσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Diligente στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργατικός, απασχολημένος, ενδελεχής, επιμελής, επιμελή, επιμελούς, επιμελείς, επιμέλεια