Elevare στα ελληνικά
Μετάφραση: elevare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υψώνω, πισινός, αυξάνομαι, ανατρέφω, σηκώνω, αναστηλώνω, μεγαλώνω, τρέφω, ανυψώσει, ανεβάζουν, ανυψώσουν, ανυψώνει, ανυψώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elettrico στα ελληνικά - ηλεκτρικός, ηλεκτρικό, ηλεκτρική, ηλεκτρικά, ηλεκτρικών
- elettronico στα ελληνικά - ηλεκτρονικός, ηλεκτρονικών, ηλεκτρονική, ηλεκτρονικά, ηλεκτρονικό
- elevatezza στα ελληνικά - μεγαλοπρέπεια, ευγένεια
- elevato στα ελληνικά - υπερόπτης, ψηλός, υψηλός, ψηλά, υψηλής, υψηλή, υψηλό
Τυχαίες λέξεις
Elevare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υψώνω, πισινός, αυξάνομαι, ανατρέφω, σηκώνω, αναστηλώνω, μεγαλώνω, τρέφω, ανυψώσει, ανεβάζουν, ανυψώσουν, ανυψώνει, ανυψώνουν
Μεταφράσεις: υψώνω, πισινός, αυξάνομαι, ανατρέφω, σηκώνω, αναστηλώνω, μεγαλώνω, τρέφω, ανυψώσει, ανεβάζουν, ανυψώσουν, ανυψώνει, ανυψώνουν