Elevatore στα ελληνικά

Μετάφραση: elevatore, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υψώνω, ασανσέρ, σηκώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Elevatore στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elevatezza στα ελληνικά - μεγαλοπρέπεια, ευγένεια
  • elevato στα ελληνικά - υπερόπτης, ψηλός, υψηλός, ψηλά, υψηλής, υψηλή, υψηλό
  • elevazione στα ελληνικά - ύψος, ανύψωση, υψόμετρο, αύξηση, όψη, ανύψωσης
  • elezione στα ελληνικά - ψηφίζω, επιλογή, εκλογές, εκλεκτός, ψήφος, αναγόρευση, εκλογή, ...
Τυχαίες λέξεις
Elevatore στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υψώνω, ασανσέρ, σηκώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων