Energico στα ελληνικά
Μετάφραση: energico, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενεργητικός, ισχυρός, δραστήριος, ρωμαλέος, δυνατός, ενεργητική, ενεργητικό, ενεργητικά, ενεργειακό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- encomio στα ελληνικά - έπαινος, εκθειάζω, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
- energia στα ελληνικά - κύρος, δύναμη, εξουσία, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, ...
- enfasi στα ελληνικά - έμφαση, σημασία, έμφασης
- enfiare στα ελληνικά - φουσκώνω, πρήζω, εξογκώνω
Τυχαίες λέξεις
Energico στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενεργητικός, ισχυρός, δραστήριος, ρωμαλέος, δυνατός, ενεργητική, ενεργητικό, ενεργητικά, ενεργειακό
Μεταφράσεις: ενεργητικός, ισχυρός, δραστήριος, ρωμαλέος, δυνατός, ενεργητική, ενεργητικό, ενεργητικά, ενεργειακό