Fattivo στα ελληνικά

Μετάφραση: fattivo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποτελεσματικός, ενεργός, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών
Fattivo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fato στα ελληνικά - ειμαρμένη, πεπρωμένο, κλήρος, μοίρα, τύχη, τύχης, την τύχη, ...
  • fattibile στα ελληνικά - πιθανός, εφικτός, εφικτό, εφικτή, είναι εφικτό, εφικτές
  • fatto στα ελληνικά - πράγμα, θέμα, υπόθεση, γεγονός, νοιάζομαι, δεσμός, ύλη, ...
  • fattore στα ελληνικά - θαλαμηπόλος, επιστάτης, οικονόμος, παράγοντας, κατασκευαστής, συντελεστής, παράγοντα, ...
Τυχαίες λέξεις
Fattivo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποτελεσματικός, ενεργός, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών