Integrare στα ελληνικά
Μετάφραση: integrare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεφοδιάζω, αναπληρώ, περατώνω, ολόκληρος, ολοκληρώνω, ενσωμάτωση, ενσωματώσει, ενσωματώσουν, ενσωματώνουν, ενσωματωθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- intatto στα ελληνικά - παρθένα, παρθένος, ανέπαφος, άθικτος, άθικτο, άθικτη, ανέπαφο
- integrale στα ελληνικά - ακέραιος, ολοκλήρωμα, αναπόσπαστο, ενιαίο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένο
- integrità στα ελληνικά - ακεραιότητα, ακεραιότητας, την ακεραιότητα, της ακεραιότητας, η ακεραιότητα
- intelaiatura στα ελληνικά - πλαίσιο, σκελετός, πλαισιώνω, σώμα, δομή, κορνίζα, πλαισίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Integrare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεφοδιάζω, αναπληρώ, περατώνω, ολόκληρος, ολοκληρώνω, ενσωμάτωση, ενσωματώσει, ενσωματώσουν, ενσωματώνουν, ενσωματωθούν
Μεταφράσεις: ανεφοδιάζω, αναπληρώ, περατώνω, ολόκληρος, ολοκληρώνω, ενσωμάτωση, ενσωματώσει, ενσωματώσουν, ενσωματώνουν, ενσωματωθούν