Interamente στα ελληνικά

Μετάφραση: interamente, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όλα, όλες, εντελώς, όλος, πλήρως, εξ ολοκλήρου, απολύτως, απόλυτα
Interamente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • intento στα ελληνικά - σκοπός, πρόθεση, προθέσεων, πρόθεσης, προθέσεως, πρόθεσή
  • intenzione στα ελληνικά - σκοπός, τοποθεσία, προαίρεση, θέση, συμπεριφορά, τοποθετώ, στάση, ...
  • intercalare στα ελληνικά - βάζω, εισάγω, εμβόλιμες, εμβόλιμη, εμβόλιμο, εμβόλιμα
  • intercettare στα ελληνικά - ανακόπτω, τέμνω, τομής, σημείο τομής, τομή, αναχαίτισης, τεταγμένης
Τυχαίες λέξεις
Interamente στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όλα, όλες, εντελώς, όλος, πλήρως, εξ ολοκλήρου, απολύτως, απόλυτα