Λέξη: κρύπτη
Σχετικές λέξεις: κρύπτη
κρύπτη μακεδονικού αγώνα, κρύπτη αγίας φιλοθέης, γονατάς κρύπτη, κρύπτη μελίσσια, κρύπτη τρίκαλα, κρύπτη των καπουτσίνων, η κρύπτη, κρύπτη λεξικο, κρύπτη ελάτη
Συνώνυμα: κρύπτη
κρυφή μνήμη, κρυψώνας, κρησφύγετο, θόλος, αποθήκη, υπόγειο, πήδημα
Μεταφράσεις: κρύπτη
κρύπτη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
crypt, cache, vault, hiding place, stash
κρύπτη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cripta, la cripta, criptas, cripta de
κρύπτη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
krypta, verborgen, Krypta, Gruft, crypt
κρύπτη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
crypte, crypt, la crypte, cryptes
κρύπτη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cripta, crypt, la cripta
κρύπτη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cripta, crypt, criptas, da cripta, das criptas
κρύπτη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
crypt, grafkelder, crypte, de crypte
κρύπτη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тайник, склеп, крипта, склепа, склепе, крипт
κρύπτη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
krypten, crypt, krypt
κρύπτη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krypta, crypt, kryptan, crypten
κρύπτη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
holvi, krypta, crypt, kryptassa, kryptan, cryptin
κρύπτη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
krypt, crypt, krypten
κρύπτη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hrobka, krypta, crypt, krypty, kryptě
κρύπτη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krypta, crypt, krypcie, krypty, krypt
κρύπτη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
altemplom, kripta, crypt, kriptába, kriptában, kriptát
κρύπτη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kilise bodrumu, crypt, kript, The Crypt
κρύπτη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тайник, схованка, схованку, хованка, склеп, склепу
κρύπτη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dhomë e nëndheshme, Crypt, Kriptimi, Nëndheshme
κρύπτη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
крипта, криптата, гробница, криптата на, крипт
κρύπτη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
склеп
κρύπτη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
krüpt, Crypt, krüpti, krüptide, krüpteerimismehhanismi
κρύπτη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kripta, Crypt, grobnica, kripti, kriptu
κρύπτη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Crypt
κρύπτη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kripta, crypt, rūsys, kriptoje, Kapenes
κρύπτη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kapenes, Kripta, kapliča, Crypt, kapenēm
κρύπτη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крипта, криптата, гробницата, крипти, гробница
κρύπτη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
criptă, cripta, crypt, cripte
κρύπτη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kripta, kripti, grobnica, kripto, crypt
κρύπτη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
krypta
Τυχαίες λέξεις