Intermedio στα ελληνικά
Μετάφραση: intermedio, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεσαίος, ενδιάμεσος, ενδιάμεσο, ενδιάμεση, ενδιάμεσου, ενδιαμέσου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- interlocutore στα ελληνικά - συνομιλητής, συνομιλητή, ο συνομιλητής, το συνομιλητή, διαπραγματευτή
- intermediario στα ελληνικά - μεσάζοντας, χρηματομεσίτης, μεσίτης, μεσάζων, μεσολαβητής, ενδιάμεσο, ενδιάμεσος, ...
- intermezzo στα ελληνικά - διάλειμμα, διάστημα, ιντερμέτζο, μουσικό διάλειμμα, Intermezzo, ιντερμέδιο, διαλείμματα
- internare στα ελληνικά - κρατώ, Intern, οικότροφος, ασκούμενος, ασκούμενο
Τυχαίες λέξεις
Intermedio στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεσαίος, ενδιάμεσος, ενδιάμεσο, ενδιάμεση, ενδιάμεσου, ενδιαμέσου
Μεταφράσεις: μεσαίος, ενδιάμεσος, ενδιάμεσο, ενδιάμεση, ενδιάμεσου, ενδιαμέσου