Λέξη: αναχρονισμός

Σχετικές λέξεις: αναχρονισμός

ιστορικόσ αναχρονισμόσ, αναχρονισμός στην ιλιάδα, αναχρονισμός βικιπαιδεια, αναχρονισμός οδύσσεια, αναχρονισμός σημασία, αναχρονισμός στην οδύσσεια, αναχρονισμός συνώνυμο, αναχρονισμός σημαίνει

Μεταφράσεις: αναχρονισμός

αναχρονισμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
anachronism, an anachronism, anachronistic, anachronism is

αναχρονισμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anacronismo, anacrónico, el anacronismo, anacrónica, anachronism

αναχρονισμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anachronismus, Anachronismus, anachronistisch, anachronism, Anachronismus zu

αναχρονισμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anachronisme, anachronique, l'anachronisme

αναχρονισμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anacronismo, anacronistico, anacronistica, anachronism, anacronismi

αναχρονισμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anacronismo, anachronism, o anacronismo, anacrónico, anacrônico

αναχρονισμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
anachronisme, anachronistisch, anachronism, anachronisme is, anachronisme zijn

αναχρονισμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
анахронизм, анахронизмом

αναχρονισμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anakronisme, anachronism, en anakronisme

αναχρονισμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anakronism, anakronismen, otids, otidsenligt, anakronismer

αναχρονισμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
anakronismi, vanhentunut, aikansa elänyt, vanhentunutta, vanhentuneiksi

αναχρονισμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
anakronisme, anakronistisk

αναχρονισμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
anachronismus, přežitek, anachronismem, přežitkem

αναχρονισμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
anachroniczność, anachronizm, przeżytek, anachronizmem, anachronism

αναχρονισμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
anakronizmus, kortévesztés, anakronizmust, anakronizmusára, anakronizmusnak

αναχρονισμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anakronizm, anachronism, bir anakronizm, anakronizmdir, anakronizme

αναχρονισμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
парахронізм, анахронізм, анахронізмом

αναχρονισμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
anakronizëm, anakronizëm të

αναχρονισμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анахронизъм, отживелица, анахронизми

αναχρονισμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
анахранізм, анахранізмам, анакранізм

αναχρονισμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
anakronism, igand, ennast ammendamas, anakronismide, anakronismide hulka

αναχρονισμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
anakronizam, zastarjelo, anakronizmom, zastarjelost, nesavremenost

αναχρονισμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
anachronism, tímaskekkjan, tímaskekkjan mikla

αναχρονισμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
anachronizmas, anachronizmu, praranda savo reikšmę, atgyvena, praranda savo

αναχρονισμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
anahronisms, anahronismu

αναχρονισμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
анахронизам, анахрона, анахронизмот, анахронично

αναχρονισμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
anacronism, anacronismul, anacronismului, anacronic

αναχρονισμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
anahronizem, anahronizmu

αναχρονισμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
anachronizmus
Τυχαίες λέξεις