Linguaggio στα ελληνικά
Μετάφραση: linguaggio, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάλεκτος, γλώσσα, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lingua στα ελληνικά - γλώσσα, εγκάθετος, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
- linguacciuto στα ελληνικά - γλαφυρός, φλύαρος, ομιλητικός, έχων γλώσσα, γλωσσίδια, εξοχές γλωσσίδια
- linguistico στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσικής, γλωσσική, γλωσσικές, γλωσσικών
- lino στα ελληνικά - λινός, κλινοσκεπάσματα, λινό, σεντόνια, λευκά είδη, λινά, σεντονιών
Τυχαίες λέξεις
Linguaggio στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάλεκτος, γλώσσα, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
Μεταφράσεις: διάλεκτος, γλώσσα, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες