Mordere στα ελληνικά

Μετάφραση: mordere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δαγκώνω, τσίμπημα, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Mordere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • morbillo στα ελληνικά - ιλαρά, ιλαράς, της ιλαράς, η ιλαρά, την ιλαρά
  • morboso στα ελληνικά - νοσηρός, νοσηρή, νοσηρές, morbid, νοσογόνο
  • morfina στα ελληνικά - μορφίνη, μορφίνης, η μορφίνη, τη μορφίνη, της μορφίνης
  • morfologia στα ελληνικά - μορφολογία, μορφολογίας, τη μορφολογία, μορφολογία του, η μορφολογία
Τυχαίες λέξεις
Mordere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δαγκώνω, τσίμπημα, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει