Λέξη: όγδοος
Σχετικές λέξεις: όγδοος
όγδοος μήνας κύησης, όγδοος μήνας εγκυμοσύνης, όγδοος οίκος, όγδοος νάνος, όγδοος αιώνας
Συνώνυμα: όγδοος
όγδοο
Μεταφράσεις: όγδοος
όγδοος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
eighth, eighth in, the eighth
όγδοος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
octavo, octavo período, el octavo, VIII, octavo período de
όγδοος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
achte, achtel, Achtel, acht, achster
όγδοος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
huit, huitième, la huitième
όγδοος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ottavo, ottava, all'ottavo, dell'ottavo, dell'ottava
όγδοος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
oitavo, oitava, oito, VIII
όγδοος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
achtste, de achtste, acht, achtsten
όγδοος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
восьмой, восьмая, восьмое, восьмого, восьмым
όγδοος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
åttende, åttendedel, åtte
όγδοος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
åttonde, åttondel, åtta, åttondels, den åttonde
όγδοος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kahdeksas, kahdeksannen, kahdeksannessa, kahdeksantena, kahdeksanteen
όγδοος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ottende, ottendedel
όγδοος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
osmý, osmé, osmá, osmého, osmou
όγδοος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ósmy, ósma, ósmym, ósmego, ósme
όγδοος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyolcadik, nyolcad, a nyolcadik, nyolczadik
όγδοος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sekizinci, sekiz, sekizincisi
όγδοος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
восьмий, восьмої, восьмій, восьмою, восьмого
όγδοος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tetë, i tetë, teti, e tetë, teta
όγδοος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
осми, осмия, осмо, осмата, осмото
όγδοος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
восьмы, восьмай, восьмым
όγδοος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaheksas, kaheksandik, kaheksanda, kaheksandal, kaheksandas, kaheksandat
όγδοος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osmi, osmog, osma, osmom, osmo
όγδοος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áttundi, áttunda, áttundu, hinn áttundi
όγδοος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aštuntas, aštuntą, aštuntoji, aštuntasis, aštunta
όγδοος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
astotais, astoto, astotā, astotajā, astotās
όγδοος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
осмиот, осмото, осмо, осма, осмата
όγδοος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
opta, optime, optulea, al optulea, a opta, opt, VIII
όγδοος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
osmi, osma, osmega, osmo, osme
όγδοος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ôsmy, ôsma, ôsme, ôsmeho
Τυχαίες λέξεις