Neo στα ελληνικά
Μετάφραση: neo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τυφλοπόντικας, πετώ, μόλος, μύγα, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
Μεταφράσεις
- nemico στα ελληνικά - εχθρός, εχθρό, εχθρού, του εχθρού, τον εχθρό
- nenia στα ελληνικά - θρηνώ, μοιρολογώ, οδυρμός, μοιρολόι, θρήνο, dirge, θρηνωδία, ...
- neologismo στα ελληνικά - νεολογισμός, νεολογισμό, νεολογισμού, νεολογισμό που
- neonato στα ελληνικά - μωρό, νεογέννητος, νεογέννητα, νεογέννητο, τα νεογέννητα, νεογέννητου
Τυχαίες λέξεις
Neo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τυφλοπόντικας, πετώ, μόλος, μύγα, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
Μεταφράσεις: τυφλοπόντικας, πετώ, μόλος, μύγα, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή