Poi στα ελληνικά

Μετάφραση: poi, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τότε, έτσι, έπειτα, κατόπιν, τόσο, μεταγενέστερα, τελικά, μετά, και, και την, και να, και της, και των
Poi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • poetico στα ελληνικά - ποιητικός, ποιητική, ποιητικό, ποιητικές, ποιητικής
  • poggio στα ελληνικά - λόφος, βουναλάκι, Knoll, ο Knoll, ύψωμα γης, λοφίσκος
  • poiché στα ελληνικά - γιατί, σαν, διότι, όπως, επειδή, λόγω
  • polare στα ελληνικά - πολικός, πολικό, πολικού, πολικές, πολικών
Τυχαίες λέξεις
Poi στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τότε, έτσι, έπειτα, κατόπιν, τόσο, μεταγενέστερα, τελικά, μετά, και, και την, και να, και της, και των