Λέξη: μούμια

Σχετικές λέξεις: μούμια

μούμια νεράιδα, μούμια της μουλάν, μούμια κοριτσάκι, μούμια του αγαμέμνονα, μούμια 700 ετών, μούμια μικρού κοριτσιού, μούμια αμπού-τζαμάλ, μούμια εξωγήϊνου σε πυραμίδα, μούμια του τουταγχαμών, μούμια του ότζι

Συνώνυμα: μούμια

μαμά

Μεταφράσεις: μούμια

μούμια στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mummy, his mummy, mummy of, the mummy, a mummy

μούμια στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
momia, mamá, mamaíta, Mummy, la momia, la mamá

μούμια στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mama, mumie, mutti, mami, Mumie, Mama, Mami, Mumien

μούμια στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
momie, maman, la momie, mummy, de momie

μούμια στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mamma, mummia, mummy, della mummia, la mummia

μούμια στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
múmia, mamã, mamães, Mummy, da mamã

μούμια στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mummie, mama, brij, Mummy, mamma

μούμια στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мама, мамочка, мумия, мамаша, мумии, Mummy, мумию

μούμια στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mumie, mummy, mumien, mamma

μούμια στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mumie, mumien, mamma, Mummy, mommy

μούμια στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
äiti, muumio, Mummy, muumion, Perheenäiti

μούμια στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mumie, mor, mumien, mummy

μούμια στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
maminka, mumie, máma, mumii, mummy

μούμια στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
mumia, mamusia, mamunia, mumii, mummy, mama

μούμια στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
múmia, mami, Mummy, a múmia, múmiát, mama

μούμια στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mumya, Mummy, anne, mumyası, The Mummy

μούμια στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пантоміма, мумія, Мумия, мумію

μούμια στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mumje, nëna, mami, mamit, pastë e butë

μούμια στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мумия, мама, мумията, на мама

μούμια στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мумія

μούμια στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
muumia, Mummy, Emme, ema, emake

μούμια στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mamica, balzamirati, mumija, Mama, Mummy, mumiju, mumije

μούμια στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
múmía, mamma, mömmu, að mamma, Mummy

μούμια στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mumija, mummy, mama, ir Mumija, motutė

μούμια στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mūmija, māmiņa, mamma, mūmiju, mūmijas

μούμια στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мумија, мумијата, мама, на мама, мумијата на

μούμια στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mumie, mumia, de mumie, mumii, mumiei

μούμια στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mumija, mumijo, mamica, mummy, mami

μούμια στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
maminka, múmie, múmia, mumie
Τυχαίες λέξεις