Profumato στα ελληνικά

Μετάφραση: profumato, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποπνέων, αρωματικά, άρωμα, αρωματισμένο, αρωματικό, scented
Profumato στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • profugo στα ελληνικά - πρόσφυγας, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
  • profumare στα ελληνικά - οσμή, ευωδία, μυρωδιά, ευωδιά, άρωμα, αρώματος, αρώματα, ...
  • profumeria στα ελληνικά - αρωματοποιία, αρώματα, αρωματοποιίας, είδη αρωματοποιίας, προϊόντα αρωματοποιίας
  • profumo στα ελληνικά - άρωμα, ευωδιά, οσμή, ευωδία, μυρωδιά, μυρίζω, το άρωμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Profumato στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποπνέων, αρωματικά, άρωμα, αρωματισμένο, αρωματικό, scented