Religioso στα ελληνικά
Μετάφραση: religioso, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θρησκευόμενος, θρήσκος, θρησκευτικός, θρησκευτικές, θρησκευτικών, θρησκευτική, θρησκευτικής
Μεταφράσεις
- relegare στα ελληνικά - εξορίζω, παραπέμπω, υποβάθμιζε, θα υποβάθμιζε, πετάξουμε
- religione στα ελληνικά - πίστη, θρησκεία, θρησκείας, τη θρησκεία, της θρησκείας, η θρησκεία
- reliquia στα ελληνικά - υπόλειμμα, λείψανο, λείψανα, κατάλοιπο, κειμήλιο, απομεινάρι
- relitto στα ελληνικά - ναυάγιο, ναυαγίου, συντρίμμια, ναυαγιο, ναυάγια
Τυχαίες λέξεις
Religioso στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θρησκευόμενος, θρήσκος, θρησκευτικός, θρησκευτικές, θρησκευτικών, θρησκευτική, θρησκευτικής
Μεταφράσεις: θρησκευόμενος, θρήσκος, θρησκευτικός, θρησκευτικές, θρησκευτικών, θρησκευτική, θρησκευτικής