Vincolo στα ελληνικά

Μετάφραση: vincolo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καδένα, συνδέω, δένω, αλυσίδα, γραβάτα, κρίκος, δεσμός, δεσμό, ομολόγων, δεσμού, ομολόγου
Vincolo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cambiamento στα ελληνικά - αλλάζω, παραλλάζω, μετατροπή, παραλλαγή, μετατοπίζω, μετακινώ, αλλαγή, ...
  • cammino στα ελληνικά - πορεία, διαδρομή, τρόπος, μονοπάτι, δρόμος, εγώ με τα πόδια, περπατώ
  • cresta στα ελληνικά - κορυφογραμμή, κορυφή, οικόσημο, λοφίο, κορυφής
  • eventuale στα ελληνικά - πιθανός, εφικτός, ενδεχόμενος, ενδεχόμενη, τελική, ενδεχόμενης, ενδεχόμενες
Τυχαίες λέξεις
Vincolo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καδένα, συνδέω, δένω, αλυσίδα, γραβάτα, κρίκος, δεσμός, δεσμό, ομολόγων, δεσμού, ομολόγου