Λέξη: αυτός

Σχετικές λέξεις: αυτός

αυτός ο κόσμος ο μικρός ο μέγας, αυτός που θα έσωζε τον κόσμο, αυτός αυτή αυτό, αυτός είναι ο λόγος που απαγορεύτηκε το νυχτερινό ψαροντούφεκο, αυτός ο ήλιος, αυτός που πάει τη ζωή, αυτός ο άνθρωπος θα σας αφήσει με το στόμα ανοιχτό (βίντεο), αυτός - onirama στιχοι, αυτός - onirama, αυτός ο άνθρωπος αυτός

Μεταφράσεις: αυτός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
this, he, that, is, it
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
esto, este, él, que, se, le, que él
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dieses, diese, dies, dieser, er, ihm, er sich
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
le, celle-ci, ceci, cet, ce, lequel, celui-ci, celui, il, qu'il, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
questo, ciò, il, codesto, lui, egli, ha, che, si
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estou, esta, isto, trinta, este, ele, que, que ele, se
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dit, dat, die, hij, dat hij, hem
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
данный, нынешний, он, ему, его, что он
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
disse, det, den, han, at han
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
han, att han, honom, som han
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tästä, tällä, tätä, tämän, tämä, hän, hänen, hänellä, hänelle
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
denne, den, han, at han
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ten, tento, on, se, že, mu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tęgo, on, że, mu, roku
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ő, azt, hogy, úgy, aki
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bu, o, diye, onun, de, da
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ця, це, оцей, цей, він, вона
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ky, kjo, ai, ai e, se, ka, se ai
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
това, ето, той, че, е, му
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ён
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
see, ta, tema, tal, et ta
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
taj, to, ova, ovaj, tu, tom, on, je, da, je on, ...
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þessi, hann, að hann, sem hann, er hann, honum
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
hic, hoc
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
jis, jam, prasiveržias, jo
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
viņš, viņam, tas, viņa
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тој, што, дека, го
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
acest, aceasta, el, a, că, el a, acesta
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
této, ten, ta, to, on, je, se je, mu, bil
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
toto, ten, tento, ta, tomu, on

Στατιστικά δημοτικότητας: αυτός

Τυχαίες λέξεις