Deaktivirati στα ελληνικά
Μετάφραση: deaktivirati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αχρηστεύω, απενεργοποιώ, απενεργοποίηση, απενεργοποιήσετε, να απενεργοποιήσετε, απενεργοποιήστε, απενεργοποιήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- daždevnjak στα ελληνικά - τρίτωνος, ΙπΙοη, ίπίοη, τριτονίου, Ιπίοη
- daždići στα ελληνικά - βροχή
- debatirati στα ελληνικά - συζήτηση, δημόσια συζήτηση, συζήτησης, διάλογο, τη συζήτηση
- debeljko στα ελληνικά - fatso
Τυχαίες λέξεις
Deaktivirati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αχρηστεύω, απενεργοποιώ, απενεργοποίηση, απενεργοποιήσετε, να απενεργοποιήσετε, απενεργοποιήστε, απενεργοποιήσει
Μεταφράσεις: αχρηστεύω, απενεργοποιώ, απενεργοποίηση, απενεργοποιήσετε, να απενεργοποιήσετε, απενεργοποιήστε, απενεργοποιήσει