Doslovno στα ελληνικά
Μετάφραση: doslovno, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριολεκτικά, Πλήρη, αυτολεξεί, επί λέξει, λέξει, λέξη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- doslovan στα ελληνικά - κυριολεκτικός, κατά γράμμα, γραμματική, κυριολεκτική, literal
- doslovce στα ελληνικά - κυριολεκτικά, κυριολεξία, στην κυριολεξία, γράμμα, κατά γράμμα
- dospijeće στα ελληνικά - ωριμότητα, λήξη, τη λήξη, ωριμότητας, ληκτότητα
- dospjelo στα ελληνικά - πρέπων, απαιτούμενος, λόγω, οφείλεται, εξαιτίας, λόγω της, οφείλονται
Τυχαίες λέξεις
Doslovno στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριολεκτικά, Πλήρη, αυτολεξεί, επί λέξει, λέξει, λέξη
Μεταφράσεις: κυριολεκτικά, Πλήρη, αυτολεξεί, επί λέξει, λέξει, λέξη