Κυριολεκτικά στα κροατικά

Μετάφραση: κυριολεκτικά, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
doslovno, doslovce, je doslovno, bukvalno
Κυριολεκτικά στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυριολεκτικά

κυριολεκτικά english, κυριολεκτικά μετάφραση, κυριολεκτικά τρομακτικεσ οι νέες φωτογραφιεσ της νανάς καραγιάννη, κυριολεκτικά λεξικό γλώσσας κροατικά, κυριολεκτικά στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • κυριαρχία στα κροατικά - domena, državnost, nadmoć, područje, ekvivalencija, oblast, imanje, ...
  • κυριαρχώ στα κροατικά - dominirati, gospodariti, dominantan, pobijediti, zagospodariti, ovladati, savladati, ...
  • κυριολεκτικός στα κροατικά - dosljedan, doslovan, bukvalan, doslovni, doslovna, doslovnom, doslovnog
  • κυριότερος στα κροατικά - veći, pučina, glavnom, magistrala, glavnu, glavni, glavna, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυριολεκτικά στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: doslovno, doslovce, je doslovno, bukvalno