Jednom στα ελληνικά

Μετάφραση: jednom, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφάπαξ, κάποτε, ένας, ένα, μία, μια, ενός
Jednom στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jednolično στα ελληνικά - καρίνα, droningly
  • jednoličnost στα ελληνικά - μονοτονία, μονοτονίας, η μονοτονία, την μονοτονία, τη μονοτονία
  • jednoobrazan στα ελληνικά - ομοιόμορφος, στολή, ενιαίος, ομοιόμορφη, ομοιόμορφο, ενιαίων, ομοιόμορφης
  • jednostavan στα ελληνικά - άτεχνος, ακριβής, κοινός, συνηθισμένος, εύκολος, εύκολη, εύκολο, ...
Τυχαίες λέξεις
Jednom στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφάπαξ, κάποτε, ένας, ένα, μία, μια, ενός