Odriješen στα ελληνικά
Μετάφραση: odriješen, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλαρός, μπόσικος, λάσκος, λυτός, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή
Μεταφράσεις
- odricanje στα ελληνικά - κανένας, εγκατάλειψη, όχι, άρνηση, αποποίηση ευθυνών, αποποίηση ευθύνης, αποκήρυξη, ...
- odricati στα ελληνικά - ανώμαλος, αποκηρύσσω, αναιρούν, αναιρεί, αναιρέσουν, αναιρέσει, ανατρέπει
- odriješiti στα ελληνικά - απορροφώ, αθωώνω, αποκολλώ, απαλλάσσω, χαλαρώστε, χαλαρώσει, να χαλαρώσει, ...
- odrješit στα ελληνικά - ντόμπρος, ευθύς, μπλόφα, αποφασιστικός, αποφασισμένος, αποφασιστική, αποφασιστικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Odriješen στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλαρός, μπόσικος, λάσκος, λυτός, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή
Μεταφράσεις: χαλαρός, μπόσικος, λάσκος, λυτός, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή