Olovka στα ελληνικά

Μετάφραση: olovka, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μολύβι, μολυβιού, το μολύβι, μολυβιών, με μολύβι
Olovka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • oličiti στα ελληνικά - εκφράζω, παριστάνω, συσσωματώνω, ενσαρκώνω, ενσωματώνω, προσωποποιώ, προσωποποιούν, ...
  • oljuštiti στα ελληνικά - ξεφλουδίζω, ξύσμα, καθαρίζω, φλούδα, φλοιό, φλούδες, φλοιού, ...
  • olovo στα ελληνικά - μόλυβδος, ηγούμαι, λουρί, σφαίρα, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, ...
  • ološ στα ελληνικά - απόβρασμα, αφρού, αποβράσματα, αφρό, αφρός
Τυχαίες λέξεις
Olovka στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μολύβι, μολυβιού, το μολύβι, μολυβιών, με μολύβι