Omlet στα ελληνικά

Μετάφραση: omlet, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομελέτα, ομελέτας, ομελέτες, ομελετών
Omlet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • omiljenost στα ελληνικά - δημοτικότητα, δημοτικότητά, τη δημοτικότητά, βαθμολογία τους, τη βαθμολογία
  • omjer στα ελληνικά - βαθμός, έκταση, αναλογία, λόγος, λόγο, σχέση, λόγου
  • omlitaviti στα ελληνικά - λασκάρω, μολάρω, απονεκρώνω, νεκρώνω, αμβλύνουν ξανά, νεκρώνουν, νέκρωνε
  • omogućavaju στα ελληνικά - επιτρέπω, επιτρέπουν, επιτρέπει, να επιτρέψει, επιτρέψουν, επιτρέψει
Τυχαίες λέξεις
Omlet στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομελέτα, ομελέτας, ομελέτες, ομελετών