Λέξη: φέρνω
Σχετικές λέξεις: φέρνω
φέρει εις πέρας, φέρνω σε δύσκολη θέση, φέρνω σε επαφή, φέρω σε πέρας, φέρω εις πέρας αγγλικά, φέρνω συνώνυμα, φέρνω στα γαλλικα, φέρνω άλλη εποχή, φέρνω στην επιφάνεια, φέρνω τα πάνω κάτω
Συνώνυμα: φέρνω
φέρω, προκαλώ
Μεταφράσεις: φέρνω
φέρνω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bring, fetch, I bring, do I bring
φέρνω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aportar, llevar, traer, traen, traerá, trae
φέρνω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
holen, bringen, verursachen, zu bringen, mitbringen, bringt
φέρνω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
procurer, apporter, amener, ramener, conduire, porter, rapporter, mettre, faire
φέρνω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
recare, portare, apportare, mettono, porterà, portano, far
φέρνω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
trazer, levar, trazem, traga, trazê
φέρνω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
halen, aanbrengen, bezorgen, aandragen, aanvoeren, brengen, meebrengen, te brengen, breng, doen
φέρνω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
издавать, уносить, доставлять, воспитывать, ставить, завезти, принести, привести, напоминать, внести, вернуть, заставлять, объявлять, завершить, импортировать, завести, приносить, довести, принесет
φέρνω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bringe, ta, få, ta med, gi
φέρνω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hämta, bringa, föra, sätta, ta, få
φέρνω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viedä, tuoda, tuo, noutaa, johdattaa, saatettava, nostaa, tuovat
φέρνω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bringe, sætter, medbringe, bringer, anlægge
φέρνω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přinést, vynášet, přivézt, přivést, donášet, vynést, přivádět, přinese, přinášejí
φέρνω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wytoczyć, przyprowadzić, przynosić, przynieść, wwozić, przywieść, wprawić, przyprowadzać, wwieźć, sprowadzać, przywieźć, wprowadzą, wprowadzają, doprowadzić
φέρνω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hoz, hogy, léptetik, hozza
φέρνω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
getirmek, getirecek, getir, getirebilir, getirir
φέρνω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нести, силувати, доводити, ставити, переконувати, приносити, приноситиме, давати, приноситимуть
φέρνω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sjell, sjellë, të sjellë, sjellin, të sjellin
φέρνω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
въвеждат, донесе, приведе, доведе, да
φέρνω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыносіць, даваць, радзіць
φέρνω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lisama, tooma, tuua, viia, esitada, toovad
φέρνω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
davali, daju, dati, iznijeti, nositi, davati, donijeti, dovesti, bi, donose, donosi
φέρνω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flytja, færa, koma, koma með, að koma, leiða
φέρνω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atvežti, atsinešti, atnešti, pareikšti, priima, suderinti, suteikti
φέρνω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atnest, ienest, atvest, celt, iesniegt
φέρνω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
донесе, доведе, да донесе, донесат, ги
φέρνω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aduce, aducă, aduc, a aduce, aduca
φέρνω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prinesti, nést, prinašajo, prinese, bi, prinesla
φέρνω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
priniesť, poskytnúť, viesť