Proučiti στα ελληνικά

Μετάφραση: proučiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναμετρώ, συλλογίζομαι, σταθμίζω, ζυγιάζω, αναλογιστούν, σκεφτείς, συλλογιστούν, συλλογιστεί, αναρωτηθεί
Proučiti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bilten στα ελληνικά - δελτίο, ενημερωτικό δελτίο, Δελτίου, Bulletin, ανακοινώσεων
  • ekosustav στα ελληνικά - οικοσύστημα, οικοσυστήματος, οικοσυστημάτων, το οικοσύστημα, του οικοσυστήματος
  • griva στα ελληνικά - χαίτη, Μάιν, χαίτης, τη χαίτη, η χαίτη
  • ispružiti στα ελληνικά - σπιθαμή, απλώνονται, απλωμένα, απλώνεται, διαδόθηκε έξω
Τυχαίες λέξεις
Proučiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναμετρώ, συλλογίζομαι, σταθμίζω, ζυγιάζω, αναλογιστούν, σκεφτείς, συλλογιστούν, συλλογιστεί, αναρωτηθεί