Putovanje στα ελληνικά

Μετάφραση: putovanje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιοδεύω, ταξίδι, προσκύνημα, εκστρατεία, γύρος, ταξιδιωτική, ταξίδια, ταξιδιού, ταξιδίου
Putovanje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brežuljku στα ελληνικά - λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ
  • depresivnost στα ελληνικά - ύφεση, κατάθλιψη, κατάθλιψης, την κατάθλιψη, της κατάθλιψης, η κατάθλιψη
  • divan στα ελληνικά - αξιολάτρευτος, καναπές, υπέροχος, όμορφος, ψιλή, αίθριος, πρόστιμο, ...
  • izolirano στα ελληνικά - απομονωμένος, απομονωμένες, απομονωμένο, απομονώνονται, απομονωμένη
Τυχαίες λέξεις
Putovanje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιοδεύω, ταξίδι, προσκύνημα, εκστρατεία, γύρος, ταξιδιωτική, ταξίδια, ταξιδιού, ταξιδίου