Λέξη: ανθώ
Σχετικές λέξεις: ανθώ
ανθώ συνωνυμο
Συνώνυμα: ανθώ
ακμάζω, βλαστάνω, κραδαίνω, επισείω, προκόβω
Μεταφράσεις: ανθώ
ανθώ στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
flourish, bloom, burgeon
ανθώ στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
florecer, floración, flor, la floración, florecimiento, bloom
ανθώ στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schnörkel, fanfare, Blüte, blühen, voller Blüte, der Blüte, bloom
ανθώ στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
éclore, brandir, prospérer, paraphe, fleurir, fanfare, floraison, fleur, fleurs, la floraison
ανθώ στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fiorire, fiore, fioritura, Bloom, fioriscono
ανθώ στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
farinha, floresça, flor, florescer, floração, Bloom, a Flor
ανθώ στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fanfare, fanfarekorps, bloeien, bloem, bloei, Bloom, bloei van
ανθώ στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
цвести, процветание, процветать, туш, преуспевать, росчерк, помахивать, загогулина, привкус, завитушка, преуспеть, благоденствовать, изобиловать, завиток, закорючка, размахивание, цветение, цветения, Блум, цветут
ανθώ στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fanfare, blomst, bloom, blomstrer, blomstre, blomstring
ανθώ στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blom, blommar, blomma, bloom, blomning
ανθώ στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kukoistaa, heiluttaa, viihtyä, kukinta, Kukkiva, kukassa, vakiotyyppi, Bloom
ανθώ στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
blomstre, bloom, flor, plante, blomstrer
ανθώ στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
prospívat, kvést, prosperovat, vzkvétat, tuš, květ, rozkvete, bloom, kvetou, květu
ανθώ στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
fanfara, zawijas, wymachiwanie, zakrętas, rozwijać, tusz, zakwitnąć, prosperować, wywijas, wymachiwać, rozkwitać, kwitnąć, kwiat, rozkwit, kwitną, bloom
ανθώ στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ékítés, kacskaringó, cifrázat, trombitaszó, sallang, tus, hadonászás, egészség, suhogtatás, villogtatás, virulás, virágzás, virágos, virágzik, virág, virágzó
ανθώ στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çiçek, çiçeklenme, bloom, bahar, blum
ανθώ στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
процвітання, присмак, квітнути, цвісти, буяти, цвітіння, розквіта
ανθώ στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lulëzim, lule, çel, bloom, freski e moshës
ανθώ στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разцвет, Блум, Bloom, цъфтят, цъфтеж
ανθώ στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
красаванне, цвіценне
ανθώ στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vinjett, õitsema, heilutama, õitega, bloom, õitsevad, õitsemine
ανθώ στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
cvjetati, bujati, procvat, cvijet, Bloom, cvatu, Bloom je
ανθώ στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Bloom, blóma, blómstra, Blóm, málmhleifurinn
ανθώ στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žydėjimas, žydėti, žydi, bloom, pražysta
ανθώ στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zieds, ziedēšana, zied, bloom, ziedēt
ανθώ στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
цут, Блум, цветаат, цути, цвет
ανθώ στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
floare, Bloom, Bloom a, floare de, infloresc
ανθώ στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
cvet, bloom, cvetijo, cvetenje, cveti
ανθώ στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kvet, flower, kvety
Τυχαίες λέξεις