Strop στα ελληνικά

Μετάφραση: strop, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όροφος, πάτωμα, ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, οροφής, ανώτατου ορίου
Strop στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • defekt στα ελληνικά - μειονέκτημα, ελάττωμα, ρωγμή, ελαττώματος, ατέλεια
  • dekret στα ελληνικά - θέσπισμα, θεσπίζω, διάταγμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
  • načelna στα ελληνικά - αρχή, κύριος, κύρια, κύριο, κύριες, την κύρια
  • oess στα ελληνικά - ταλαντώνομαι, ΟΑΣΕ, του ΟΑΣΕ, ΟΑΣΕ για, ΟΟΣΑ
Τυχαίες λέξεις
Strop στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όροφος, πάτωμα, ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, οροφής, ανώτατου ορίου