Λέξη: απόλυση
Σχετικές λέξεις: απόλυση
απόλυση παπαθεοδώρου gazzetta, απόλυση εργαζομένου, απόλυση συνώνυμο, απόλυση 4000 εποπ είχε ζητήσει η τρόικα - τι απαντά το γεεθα στην αποκάλυψη, απόλυση εκπαιδευτικών, απόλυση παπαθεοδώρου, απόλυση εγκύου, απόλυση πεδουλακη, απόλυση εγκύου 2014, απόλυση σχολικών φυλάκων
Συνώνυμα: απόλυση
μπριζόλα, τσεκουριά, χτύπημα, φέτα, ελευθέρωση, εκπλήρωση, εκκένωση, αποστράτευση, πυροβολισμός, απόρριψη, παύση, αποζημίωση για απόλυση, αθώωση, απαλλαγή, συγνώμη, άφεση αμαρτίων, απόφεση, κατάθεση, εκθρόνιση, μαρτυρία
Μεταφράσεις: απόλυση
απόλυση στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dismissal, release, discharge, redundancy, dismissal of
απόλυση στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
despido, destitución, el despido, desestimación, despidos
απόλυση στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
niederschlagung, abweisung, amtsenthebung, ablehnung, Entlassung, Kündigung, Kündigungs, Abberufung, Zurückweisung
απόλυση στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
révocation, destitution, désaveu, renvoi, acquittement, licenciement, départ, congédiement, libération
απόλυση στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rinvio, licenziamento, il licenziamento, di licenziamento, revoca, rigetto
απόλυση στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
despedimento, demissão, destituição, o despedimento, despedimentos
απόλυση στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontslag, het ontslag, afwijzing, ontslagen, verwerping
απόλυση στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
увольнение, освобождение, отрешение, снятие, высвобождение, отставка, роспуск, увольнении, отстранение
απόλυση στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avskjed, oppsigelse, avskjedigelse, oppsigelsen, avvisning
απόλυση στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avsked, uppsägning, avskedande, uppsägningen, entledigande
απόλυση στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
irtisanominen, erottaminen, potkut, irtisanomisen, irtisanomista, irtisanomiseen, erottamisesta
απόλυση στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
afskedigelse, afskedigelsen, opsigelse, afskedigelser
απόλυση στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odmítnutí, propuštění, výpověď, propouštění, zamítnutí, odvolání
απόλυση στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odprawienie, odprawa, zbycie, wymówienie, zwolnienie, dymisja, wydalenie, oddalenie, odwołanie, zwalnianie, zwolnienia
απόλυση στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elbocsátás, elbocsátást, elbocsátása, az elbocsátás, elbocsátással
απόλυση στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
işten çıkarma, görevden, işten, işten çıkarılma, görevden alınması
απόλυση στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скидання, визволення, відхилення, розпуск, звільнення, увільнення
απόλυση στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shkarkim, shkarkimi, shkarkimin, shkarkimit, pushimi nga puna
απόλυση στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
уволнение, освобождаване, уволнението, освобождаването
απόλυση στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
звальненне, звальненьне
απόλυση στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vallandamine, tagasilükkamine, vallandamise, töölt vabastamise, töölt vabastamine, vallandamist
απόλυση στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
otpust, otpuštanje, otkaz, otkaza, razrješenje, smjenu
απόλυση στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
uppsögnum, uppsögn, brottvikningu, uppsögninni, uppsagnar
απόλυση στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atleidimas, atleidimo, atleidimo iš darbo, atleidimas iš darbo, atleidimo iš
απόλυση στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atbrīvošana, izrakstīšana, atlaišana, atlaišanu, atlaišanas, atlaišana no darba
απόλυση στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
разрешување, отпуштање од работа, разрешувањето, отпуштање, отпуштање од
απόλυση στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
liberare, concediere, concedierii, concedierea, demiterea, de concediere
απόλυση στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odpuščanje, razrešitev, odpust, odpustitev, odpuščanja
απόλυση στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prepustenie, prepustení, prepustenia, uvoľnenie, prepusteniu
Στατιστικά δημοτικότητας: απόλυση
Τυχαίες λέξεις