Λέξη: αργοπίνω

Μεταφράσεις: αργοπίνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sip, argopino
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
trago, sorbo, sorber, argopino
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlürfen, schlückchen, argopino
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
siroter, trait, absorber, lampée, argopino
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sorso, sorseggiare, argopino
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
opslorpen, resorberen, slurpen, argopino
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прихлебывать, потягивать, глоток, пить, хлебать, набираться, argopino
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tår, argopino
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
siemailla, imeä, siemaus, ryyppy, siemaista, argopino
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tår, argopino
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
popíjet, srkat, usrkávat, hlt, usrknout, argopino
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
popijać, chłeptać, cedzić, sączyć, łyk, argopino
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hörpintés, argopino
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сьорбати, набиратися, argopino
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lonks, rüüpama, argopino
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gucnuti, srkanje, srkati, argopino
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
argopino
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sorbi, argopino
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
srkat, argopino
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hlt, troška, argopino
Τυχαίες λέξεις