Usiljen στα ελληνικά
Μετάφραση: usiljen, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλύγιστος, ισχυρός, άκαμπτος, αναγκαστική, αναγκάζονται, αναγκάστηκε, αναγκασμένοι, ανάγκασε
Μεταφράσεις
- gležanj στα ελληνικά - αστράγαλος, αστράγαλο, αστραγάλου, αστραγάλων, στον αστράγαλο
- kralježnjaci στα ελληνικά - σπονδυλωτό, σπονδυλωτά, σπονδυλωτών, τα σπονδυλωτά, των σπονδυλωτών, σπονδυλωτά ζώα
- krug στα ελληνικά - γύρος, στρογγυλός, κύκλος, στεφάνη, δίσκος, περιοδεία, κύκλο, ...
- nastavnica στα ελληνικά - δασκάλα, καθηγήτρια, δάσκαλος, καθηγητής, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός
Τυχαίες λέξεις
Usiljen στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλύγιστος, ισχυρός, άκαμπτος, αναγκαστική, αναγκάζονται, αναγκάστηκε, αναγκασμένοι, ανάγκασε
Μεταφράσεις: αλύγιστος, ισχυρός, άκαμπτος, αναγκαστική, αναγκάζονται, αναγκάστηκε, αναγκασμένοι, ανάγκασε