Vlasnik στα ελληνικά
Μετάφραση: vlasnik, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάτοχος, κτήτορας, ιδιοκτήτης, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
Μεταφράσεις
- autoritarna στα ελληνικά - απολυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, αυταρχικά, αυταρχικών
- nektar στα ελληνικά - νέκταρ, το νέκταρ, νέκταρος, του νέκταρος
- ozakoniti στα ελληνικά - νομιμοποιήσει, νομιμοποιήσουν, τη νομιμοποίηση, νομιμοποιηθεί, νομιμοποιεί
- očni στα ελληνικά - οπτικός, οπτική, οπτικών, οπτικό, οπτικής
Τυχαίες λέξεις
Vlasnik στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάτοχος, κτήτορας, ιδιοκτήτης, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
Μεταφράσεις: κάτοχος, κτήτορας, ιδιοκτήτης, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο