Λέξη: κωπηλασία

Σχετικές λέξεις: κωπηλασία

κωπηλασία μαθήματα, κωπηλασία αθήνα, κωπηλασία ολυμπιακοί αγώνες, κωπηλασία πειραιάς, κωπηλασία λευχαιμία, κωπηλασία κύπρος, κωπηλασία οφέλη, κωπηλασία βόλος, κωπηλασία θεσσαλονίκη, κωπηλασία ολυμπιακοί

Μεταφράσεις: κωπηλασία

κωπηλασία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rowing, boating, paddling, canoeing

κωπηλασία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
boga, remo, remos, de remo, remar, con remos

κωπηλασία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rudernd, Rudern, Ruder, Rudersport, Ruder-

κωπηλασία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
canotage, nage, aviron, l'aviron, rames, ramer, avec rames

κωπηλασία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
canottaggio, remi, a remi, rematura, voga

κωπηλασία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
remo, enfileirar, enfileiramento, de remo, a remos

κωπηλασία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
roeien, roeisport, het roeien, Rowing, roei

κωπηλασία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гребля, гребной, гребле, гребная, гребли

κωπηλασία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
roing, Roma, rowing, ro, robåt

κωπηλασία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rodd, ro, roddbåt, rowing

κωπηλασία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
soutu, rowing, soutua, soutu-, soutuvene

κωπηλασία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
roning, Rowing, ro, at ro, Romaskiner

κωπηλασία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
veslování, veslařský, veslovací trenažér, veslovací, veslařské

κωπηλασία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wioślarstwo, wiosłowanie, wiosłowa, rowing, wiosłowania, pływanie łódką

κωπηλασία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
evezés, evezős, csónakázás, evez, evezőscsónakok

κωπηλασία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kürek çekme, kürek, rowing, kürekli, diziliş

κωπηλασία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
веслування, Гребля

κωπηλασία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kanotazh, vozitje, rrema, me rrema, kanotazhit

κωπηλασία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гребане, гребането, гребна, по гребане, гребни

κωπηλασία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
веславанне, грэбля, грэбля таксама

κωπηλασία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõudmine, sõudmise, sõudepaadid, võidusõidusõudepaadid, aerutamine

κωπηλασία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
veslanje, veslanju, Veslački, vesla, za veslanje

κωπηλασία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Róður, róa, Árabátar, Reiðhjólaleiga, öndunarbúnaði

κωπηλασία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
irklavimas, irklavimo, irkluojamąsias, rowing, irklavimo ir

κωπηλασία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
airēšana, airu, airēšanas, Rowing, airēšanai

κωπηλασία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
веслање, веслачки, во веслање, веслањето, веслач

κωπηλασία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
canotaj, de canotaj, vâsle, cu vâsle, vâslit

κωπηλασία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
veslanje, vesla, veslaški, veslaška, rowing

κωπηλασία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
veslovanie, veslovaní, veslovania, Člnkovanie, Plávanie

Στατιστικά δημοτικότητας: κωπηλασία

Τυχαίες λέξεις