Contrecto στα ελληνικά
Μετάφραση: contrecto, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νιώθω, αισθάνομαι, υφή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- contradictio στα ελληνικά - αντίφαση, αντίθεση, αντίρρηση, αντιπολίτευση
- contumacia στα ελληνικά - αλαζονεία, έπαρση, υπεροψία
- conventio στα ελληνικά - σύμφωνο
Τυχαίες λέξεις
Contrecto στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νιώθω, αισθάνομαι, υφή
Μεταφράσεις: νιώθω, αισθάνομαι, υφή