Incola στα ελληνικά

Μετάφραση: incola, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνιμος, κάτοικος
Incola στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • incessus στα ελληνικά - φόρα, δρασκελιά, βήμα, ρυθμός, περπατησιά
  • inclitus στα ελληνικά - διάσημος, επιφανής
  • incomitatus στα ελληνικά - μοναχός, μόνος
  • incommoditas στα ελληνικά - μειονέκτημα
Τυχαίες λέξεις
Incola στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνιμος, κάτοικος