Μόνιμος στα λατινικά
Μετάφραση: μόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
proprius, incola
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόνιμος
μόνιμος κάτοικος- το κορίτσι, μόνιμος μηχανισμός κινητικότητας, μόνιμος κάτοικος- σε είδα, μόνιμος κάτοικος feat.ειρήνη σταματάκη - η φωνή, μόνιμος κάτοικος feat. πάνος γουργιώτης - όνειρο στιχοι, μόνιμος λεξικό γλώσσας λατινικά, μόνιμος στα λατινικά
Μεταφράσεις
- μόλυνση στα λατινικά - contagio
- μόνο στα λατινικά - tantum, solum, solus, modo
- μόνος στα λατινικά - unus, singularis, solus, solum, cælebs, incomitatus
Τυχαίες λέξεις
Μόνιμος στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: proprius, incola
Μεταφράσεις: proprius, incola