Mos στα ελληνικά
Μετάφραση: mos, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έθιμο, χρήση, συνήθεια, τρόπος, έξη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mortifer στα ελληνικά - μοιραίος
- mortuus στα ελληνικά - πεθαμένος, νεκρός, αποθανών
- mox στα ελληνικά - σύντομα, σύντομος
Τυχαίες λέξεις
Mos στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έθιμο, χρήση, συνήθεια, τρόπος, έξη
Μεταφράσεις: έθιμο, χρήση, συνήθεια, τρόπος, έξη