Obsido στα ελληνικά

Μετάφραση: obsido, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξουσιοδοτούμαι, επενδύω, διορίζομαι
Obsido στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • obsequium στα ελληνικά - υποταγή
  • obses στα ελληνικά - όμηρος, αντίκρισμα, υπόσχομαι, ασφάλεια, εχέγγυο
  • obtutus στα ελληνικά - βλέμμα, ατενίζω
Τυχαίες λέξεις
Obsido στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξουσιοδοτούμαι, επενδύω, διορίζομαι