Peniculus στα ελληνικά
Μετάφραση: peniculus, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πινέλο, βουρτσίζω, σκούπα, βούρτσα
Μεταφράσεις
- penetrabilis στα ελληνικά - διεισδυτικός, διαπεραστικός
- penetralis στα ελληνικά - εσωτερικώς, εσωτερικό, εσωτερικός
- penintentiarius στα ελληνικά - εξομολογητής
- penis στα ελληνικά - ουρά
Τυχαίες λέξεις
Peniculus στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πινέλο, βουρτσίζω, σκούπα, βούρτσα
Μεταφράσεις: πινέλο, βουρτσίζω, σκούπα, βούρτσα