Grūtniecība στα ελληνικά

Μετάφραση: grūtniecība, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκυμοσύνη, κύηση, κυοφορία, μητρότητα, εγκυμοσύνης, της εγκυμοσύνης, κύησης
Grūtniecība στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grūta στα ελληνικά - έγκυος, δύσκολος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
  • grūti στα ελληνικά - σκληρός, δύσκολος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
  • grūts στα ελληνικά - σκληρός, δύσκολος, σκληρή, δύσκολο, σκληρό, σκληρές
  • grūtības στα ελληνικά - δυσχέρεια, δυσκολία, δυσκολίες, δυσχέρειες, δυσκολιών, τις δυσκολίες, δυσκολίες που
Τυχαίες λέξεις
Grūtniecība στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκυμοσύνη, κύηση, κυοφορία, μητρότητα, εγκυμοσύνης, της εγκυμοσύνης, κύησης