Λέξη: απειλώ

Σχετικές λέξεις: απειλώ

απαιτώ συνώνυμα, ονειροκριτης απειλώ, απειλώ κλίση, απειλώ english, απειλω συνώνυμο

Συνώνυμα: απειλώ

τρομοκρατώ, ανδρειεύομαι, φοβερίζω

Μεταφράσεις: απειλώ

απειλώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
threaten, hector, menace

απειλώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
Héctor, hector, de Hector, matón, a Hector

απειλώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gefährden, bedrohen, drohen, tyrannisieren, hector, Hektor, tyrann, tyrannisieren sie

απειλώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
menacer, menacez, menacent, menaçons, Hector, fanfaron, Héctor, malmener

απειλώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
minacciare, ettore, hector, di Hector, Héctor, tormentatore

απειλώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arremesso, ameace, ameaça, hector, Heitor, Héctor, de Hector

απειλώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dreigen, bedreigen, Hector, van Hector, Hectors, overdonderen, koejeneren

απειλώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
грозиться, пригрозить, предвещать, грозить, угрожать, Гектор, Hector, Эктор, Гектора, Hector на

απειλώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
true, hector, til Hector

απειλώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hota, hector, tyrannisera, hektor, hectoren, tyranniserar

απειλώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
uhata, uhkailla, tyrannisoida, Hector, kohdella huonosti, ja Hector, Hectorin

απειλώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
true, Hector, Hektor, af Hector, Hectors

απειλώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hrozit, ohrozit, ohrožovat, vyhrožovat, tyranizovat, sekýrovat, poručníkovat, nahánět strach, Hectore

απειλώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
grozić, odgrażać, zagrażać, zagrozić, zabijaka, hector, Hektor, Hectora, Hektora

απειλώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
Hector, megfélemlít, szájhős, Hektor

απειλώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sindirmek, hector, gözdağı, gözdağı vermek, başına belâ

απειλώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
загрожуйте, загрожувати, погрожувати, Гектор, Ектор

απειλώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kërcënoj, mburravec, Hector, trajtoj me arrogancë, veproj në mënyrë autoritare, Hektori

απειλώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хектор, хваля се, Hector, самохвалко, заяждам се с

απειλώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Гектар, Гектор

απειλώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ähvardama, hector, Tyrannisoida, Valesti kohelda

απειλώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prijetiti, ugrožavati, kavgadžija, izazivati, Hector, izazivač, te Hector

απειλώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hóta, ógna, Hector

απειλώ στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
immineo

απειλώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
grėsti, peštukas, Hector, Hectoro, gąsdinti, kalbėti valdingu tonu

απειλώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apdraudēt, draudēt, aiztikt, Hector, Hektors, ķildnieks, balamute

απειλώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Хектор, Ектор, Hector, на Хектор

απειλώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fanfaron, Hector, lui Hector, pe Hector, de Hector

απειλώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hector, Kavgadžija, je Hector, se Hector, Hektor

απειλώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tyranizovať, tyranizovať príslušníka svojej rasy
Τυχαίες λέξεις