Gribēt στα ελληνικά
Μετάφραση: gribēt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιθυμία, ανάγκη, καημός, θέλω, έλλειψη, θέλετε, θέλουν, επιθυμούν, επιθυμείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- greznība στα ελληνικά - πολυτέλεια, πολυτελής, πολυτελή, πολυτελείας, πολυτελές, πολυτέλειας
- griba στα ελληνικά - προαίρεση, διαθήκη, θέληση, βούληση, θα, θα είναι, θα το
- griesti στα ελληνικά - ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, οροφής, ανώτατου ορίου
- griezt στα ελληνικά - σειρά, στροφή, στρίβω, απόκομα, απόκομμα, ψαλιδίζω, snip, ...
Τυχαίες λέξεις
Gribēt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιθυμία, ανάγκη, καημός, θέλω, έλλειψη, θέλετε, θέλουν, επιθυμούν, επιθυμείτε
Μεταφράσεις: επιθυμία, ανάγκη, καημός, θέλω, έλλειψη, θέλετε, θέλουν, επιθυμούν, επιθυμείτε