Λέξη: τρία

Σχετικές λέξεις: τρία

τρία έψιλον, τρία γουρουνάκια και ένα μωρό, τρία πουλάκια κάθονται, τρία αστέρια, τρία κλικ αριστερά, τρία πέντε πηγάδια, τρία γουρουνάκια, τρία γουρουνάκια youtube, τρία πουλάκια κάθονταν, τρία αποσπάσματα εμπειρίκος, τα τρία γουρουνάκια

Συνώνυμα: τρία

τρείς

Μεταφράσεις: τρία

τρία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
three, of three, the three

τρία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tres, de tres

τρία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
drei, von drei

τρία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
trois, de trois, à trois, en trois, les trois

τρία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tre, a tre, di tre, e tre

τρία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ameaçar, três, ameace, de três, tres

τρία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
drie, de drie, van drie, drietal

τρία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
трехтысячный, тройка, три, трех, тремя, трое, трем

τρία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tre, kategorien

τρία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tre

τρία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kolme, kolmonen, kolmen, kolmesta, kolmeen, kolmea

τρία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tre, på tre

τρία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
trojka, tři, byt, tří, třemi, třech

τρία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
trojaki, trójka, trzy, trzech, trzema

τρία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
három, a három

τρία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üç, ç

τρία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тройка, трійка, три, трьох

τρία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tre, tri, tre të, në tre, e tre

τρία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
три, трите, трима, от три, на три

τρία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тры

τρία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kolm, kolme, kolmest, kolmes, kolmel

τρία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
troje, tri, trojica, od tri, trima

τρία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þrír, þriggja, þremur, þrjú, þrjár

τρία στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
tres

τρία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trys, trijų, tris, trejų, trejus

τρία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
trijnieks, trīs, trim, triju

τρία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
три, на три, трите, тројца, од три

τρία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trei, de trei, cu trei

τρία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tri, trojka, trije, treh, tremi, v treh

τρία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
trojka, tri, trém, troch, traja

Στατιστικά δημοτικότητας: τρία

Τυχαίες λέξεις