Lini στα ελληνικά
Μετάφραση: lini, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λινάρι, λινό, λίνου, λίνο, του λίνου, λιναριού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lineāls στα ελληνικά - βασιλεύω, κανόνας, ρίγα, ιθύνω, χάρακας, αποφασίζω, κυβερνήτης, ...
- lingvists στα ελληνικά - γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
- lipīgs στα ελληνικά - κολλώδης, γλοιώδης, κολλητικός, κολλώδη, κολλώδες, κολλώδεις, αυτοκόλλητες
- literatūra στα ελληνικά - λογοτεχνία, βιβλιογραφία, λογοτεχνίας, βιβλιογραφίας, τη λογοτεχνία
Τυχαίες λέξεις
Lini στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λινάρι, λινό, λίνου, λίνο, του λίνου, λιναριού
Μεταφράσεις: λινάρι, λινό, λίνου, λίνο, του λίνου, λιναριού